
Please join the Platypus Affiliated Society for every second Thursday (beginning Sept 5) for a film series that examines the history of socialism from the Second International to the New Left.
The first two films in the series are part of the 2013 NSPIRG Rad Frosh.
// The Second International (1889-1914)
5 Sept @ 7pm (Dalhousie Art Gallery)
Rosa Luxemburg (1986, 122 min, dir. Margarethe von Trotta (German with English Subtitles))
Cannes Palme D’Or nominee and Best Actress winner (for Barbara Sukowa’s luminous performance), this is a sweeping biopic of radical socialist Rosa Luxemburg (1871-1919).
// The Russian Revolution (1917)
19 Sept @ 6pm (Dalhousie Art Gallery)
Reds (1981, 195 min, dir. Warren Beatty, English)
A film about John Reed, author of Ten Days that Shook the World on the Russian Revolution, and Louise Bryant and their Greenwich Village milieu, including Emma Goldman, Eugene O'Neill, Max Eastman and others during the early years of American Communism, directed by Warren Beatty and starring Beatty, Diane Keaton, and Jack Nicholson.
// The 1930s Old Left
10 Oct @ 7pm (Room 307, Dalhousie Student Union Building)
Cradle Will Rock (1999, 132 min., dir. Tim Robbins, English)
A drama based on real events about theater life in the 1930s during the times of the Great Depression, the Works Progress Administration, the Red Scare (anti-communism), fascism, unions, Hitler, Mussolini, New York mayor Nelson Rockefeller, director Orson Welles, painter Diego Rivera, and newspaper publisher William Randolph Hearst. The film focuses on the lives of several people during hard times in New York as many struggle to find their place in America. The main focus of the film is a play titled Cradle Will Rock, which tells a pro-union story about lower class workers trying to survive in a growing power-hungry world.
// The 1960s New Left
24 Oct @ 6pm (Dalhousie Art Gallery)
Le fond de l'air est rouge (Grin without a Cat) (1977, 180 min, dir. Chris Maker, French, Spanish, English, and German with English subtitles)
Chris Marker’s epic account of the rise and fall of the New Left. Part One, “Fragile Hands,” charts the growth of the student-protest movement amid a background of Vietnam, the Black Panthers, the Red Brigade, Mao Zedong, Fidel Castro, and Che Guevara, climaxing in the events of 1968. Part Two, “Severed Hands,” analyzes the movement’s tortuous decline, both from outside aggression (in Czechoslovakia and Chile) and internal dissension.
Please join Platypus for a course of four sessions focusing largely, although not exclusively, on content generated by the Platypus Review. The aim of these sessions is to provide attendees with a sense of the raison d’être of the Platypus project.
SAIC Michigan Building 14th Floor Lounge
6:00 pm
1st Session: Monday, Sept. 30
2nd Session: Monday, Oct. 14
3rd Session: Monday, Oct. 28
4th Session: Monday, Nov. 18
You can find all the readings here:
http://
A moderated panel discussion and audience Q&A with thinkers, activists and political figures focused on contemporary problems faced by the Left in its struggles to construct a politics adequate to the self-emancipation of the working class. Hosted by the Platypus Affiliated Society.
Room 224, Dalhousie Student Union Building
October 2nd, 7:00 PM
Panelists:
George Caffentzis - Midnight Notes Collective
Shay Enxuga - Baristas Rise Up
Larry Haiven -Solidarity Halifax / Saint Mary's University
Co-sponsored by the Halifax Radical Imagination Project:
http://
Description:
It is generally assumed that Marxists and other Leftists have the political responsibility to support reforms for the improvement of the welfare of workers. Yet, leading figures from the Marxist tradition-- such as Lenin, Luxemburg and Trotsky-- also understood that such reforms would broaden the crisis of capitalism and potentially intensify contradictions that could adversely impact the immediate conditions of workers. For instance, full employment, while being a natural demand from the standpoint of all workers’ interests, also threatens the conditions of capitalist production (which rely on a surplus of available labor), thereby potentially jeopardizing the system of employment altogether. In light of such apparent paradoxes, this panel seeks to investigate the politics of work from Leftist perspectives. It will attempt to provoke reflection on and discussion of the ambiguities and dilemmas of the politics of work by including speakers from divergent perspectives, some of whom seek after the immediate abolition of labor and others of whom seek to increase the availability of employment opportunities. It is hoped that this conversation will deepen the understanding of the contemporary problems faced by the Left in its struggles to construct a politics adequate to the self-emancipation of the working class.
Die Coffee Break wird in diesem Semester immer Mittwochs um 16 Uhr im Café “Dasein” im PEG-Gebäude auf dem Uni Campus Westend stattfinden. Neue Gesichter und Perspektiven sind immer willkommen! Haltet nach dem Schnabeltier Ausschau.
http://www.fb03.uni-frankfurt.de/45165739/Campus_Westend-fb03.pdf
Die Platypus Coffee Break soll die Möglichkeit einer informellen Diskussion über die politische Linke bieten. Hier kannst du neben anderen an Politik Interessierten auch Unterstützer und Mitglieder von Platypus kennenlernen und gemeinsam mit uns in einer offenen und lockeren Atmosphäre die Vorstellungen und Perspektiven anderer, die neueste Politik, Artikel des The Platypus Review(http://platypus1917.org/
Μαρξ και 1848
Ο Μαρξ δεν ήταν ο συγγραφέας αλλά η ευφυής κριτική φυσιογνωμία που συμμετείχε στην Αριστερά κατά τον 19ο αιώνα. Ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός δεν εφευρέθηκαν από τον Μαρξ, τον Ένγκελς και τους συνεργάτες (και αντιπάλους) τους στην Αριστερά, αλλά προέκυψαν από τις αντιφάσεις της ίδιας της σύγχρονης κοινωνίας, όπως αυτές εκφράσθηκαν στη Γαλλική Επανάσταση του 1789 και στο σύγχρονο εργατικό κίνημα που αναδύθηκε μαζί με τη Βιομηχανική Επανάσταση στις αρχές του 19ου αιώνα. Η σπουδαία διορατικότητα του Μαρξ ήταν να θεωρήσει την ίδια την Αριστερά ως σύμπτωμα του καπιταλισμού που δεν αντιτίθεται σε αυτόν έξωθεν αλλά εκ των ένδον, εμμενώς. Εντούτοις, ο Μαρξ υποστήριξε την Αριστερά, το σύγχρονο σοσιαλιστικό εργατικό κίνημα, ενώ προσπάθησε να πιέσει για την περαιτέρω ανάπτυξή της, και να συντελέσει ώστε να αναγνωρισθεί ο τρόπος με τον οποίο παραπέμπει πέραν του εαυτού της
Η σκέψη του Μαρξ κατάγεται από την εμμενή κριτική της χειραφετητικής πολιτικής μετά το 1789, τον γαλλικό σοσιαλισμό, τη γερμανική ιδεαλιστική φιλοσοφία και τη βρετανική πολιτική οικονομία. Μέχρι το 1848, την εποχή του Κομμουνιστικού Μανιφέστου των Μαρξ και Ένγκελς και των επαναστατικών εξεγέρσεων [uprisings] στη Γαλλία, τη Γερμανία και άλλα μέρη της Ευρώπης (οι οποίες πυροδοτήθηκαν από την παγκόσμια οικονομική ύφεση της δεκαετίας του 1840), η πολιτική της κοινωνικής ισότητας και δημοκρατίας είχε γίνει περισσότερο περίπλοκη και εμβριθής συγκριτικά με ό,τι η ρουσσωϊκή πολιτισμική κριτική της σύγχρονης κοινωνίας (το σύνθημα του Προυντόν “η ιδιοκτησία είναι κλοπή”) μπορούσε να συμπεριλάβει – ή μπορούσε να ελπίζει ότι θα υπερβεί. Μέχρι το 1848, η ριζοσπαστική δημοκρατία, υπό τη μορφή της εξέγερσης [revolt] εκ μέρους της “αστικής” (αστεακής – urban) “τρίτης τάξης” (συμπεριλαμβανομένων των εργατών), απέτυχε: το κεφάλαιο απειλούνταν από την κοινωνική δημοκρατία, καθότι η τελευταία ωθούσε πέρα από τις μορφές της κοινωνικής αναπαραγωγής του. Η συνέπεια της αποτυχημένης επανάστασης του 1848 ήταν [αφενός] η έλευση εμφατικών μορφών “μαζικής” πολιτικής και [αφετέρου] το σύγχρονο εθνικό κοινοβουλευτικό-βοναπαρτιστικό κράτος με το οποίο εξακολουθούμε να ζούμε μέχρι σήμερα.
Μετά την κρίση που ακολούθησε το 1848 στην Αριστερά, ο Μαρξ καταπιάστηκε με την κριτική-διαλεκτική σύλληψη του καπιταλισμού, αναγνωρίζοντας ότι ο καπιταλισμός είναι μια μορφή χειραφέτησης που (ανα)συγκροτεί μια ειδική μορφή κυριαρχίας πάνω στην κοινωνία: η επιταγή να παραχθεί “υπεραξία” και με αυτόν τον τρόπο να κεφαλαιοποιηθεί η εργασία υπό μορφές που μεσολαβούνται και καταμετρώνται με τον χρόνο εργασίας. Το κεφάλαιο έγινε μια μορφή πλούτου που δύναται να μετρηθεί ως μια επένδυση κοινωνικής εργασίας, μια μορφή που διαφυλάσσει και εφοδιάζει αξία για το μέλλον, αλλά μια μορφή στην οποία η “νεκρή” εργασία κυριαρχεί στη ζωντανή εργασία.
Μετά το 1917, ο Λούκατς επανάκτησε την αντίληψη του Μαρξ σχετικά με την αντιφατική αλλά καταστατική ταυτότητα και μη ταυτότητα της κοινωνικής εκμετάλλευσης και κυριαρχίας στον καπιταλισμό που δημιουργεί μορφές δυσαρέσκειας και μεσιτείας [agency] – ιδεολογίες, συμπεριλαμβανομένης της Αριστεράς – οι οποίες αναπαράγουν και διαιωνίζουν μια κοινωνία που κυριαρχείται από το κεφάλαιο, μια αντίφαση του κοινωνικού Είναι και της συνείδησης για τα υποκείμενα της εμπορευματικής μορφής.
Για τον Μαρξ, ο καπιταλισμός καθ’ εαυτόν προετοιμάζει και προκαλεί το χειραφετητικό κοινωνικό δυναμικό το οποίο εξίσου περιορίζει. Ως κοινωνική μορφή, το κεφάλαιο παραπέμπει πέραν του εαυτού του.
Λένιν, Λούξεμπουργκ και 1917
Στη στροφή του 20ου αιώνα, η νεότερη γενιά ριζοσπαστών στη Σοσιαλδημοκρατική Δεύτερη Διεθνή θεώρησε δεδομένο τον επαναστατικό χαρακτήρα των μαρξιστών προκατόχων τους (Κάουτσκυ, Πλεχάνοφ), αλλά [αυτοί οι ριζοσπάστες] αντιμετώπιζαν με δυσκολία τα προβλήματα του κινήματος το οποίο τόσο ένθερμα υπερασπίζονταν. Οι καθιερωμένοι φορείς της επαναστατικής μαρξιστικής εντολής βρέθηκαν φοβερά απομονωμένοι στην Αριστερά με το ξέσπασμα του Παγκόσμιου Πολέμου το 1914. Η Ρωσία αποδείχθηκε ο “πιο αδύναμος κρίκος” στο παγκόσμιο σύστημα του καπιταλισμού, ενώ έγινε το επίκεντρο του επαναστατικού πολιτικού αγώνα, αλλά με το παράδοξο αποτέλεσμα του, σύμφωνα με τα λόγια του Λένιν, “παραμορφωμένου κράτους των εργατών” που εφαρμόζει τον “κρατικό καπιταλισμό” στο βαλτώδες μέτωπο του παγκόσμιου κεφαλαίου, το οποίο “ανάρρωσε” πολύ γρήγορα από την κρίση του πολέμου. Η Λούξεμπουργκ και οι σύντροφοί της στη Γερμανία υποστήριξαν τους Μπολσεβίκους, αλλά ως μαρξιστές παρέμειναν κριτικοί, καθώς γνώριζαν ότι ο Οκτώβρης του 1917 προώθησε την αναγκαιότητα μιας παγκόσμιας επανάστασης, θέτοντας ένα “πρόβλημα” στη Ρωσία που δεν μπορούσε να “λυθεί” εκεί. Πασχίζοντας να παραμείνουν πιστοί στις αρχές του μαρξισμού, στην πραγματικότητα ο Λένιν, η Λούξεμπουργκ και οι υποστηρικτές τους μετασχημάτισαν το μαρξιστικό κίνημα, αλλά με εξαιρετικά άνισους τρόπους που, με την υπέρτατη αποτυχία και προδοσία της αντικαπιταλιστικής επανάστασης που είχε ξεκινήσει το 1917-19, προετοίμασε τον μελλοντικό εκφυλισμό της Αριστεράς. – ο οποίος έπληξε στον ίδιο βαθμό την αυτοκατανόησή της.
Τρότσκι
Όταν ο Στάλιν ανακοίνωσε την πολιτική του “σοσιαλισμού σε μια χώρα”, δεν κατάργησε έτσι κατηγορηματικά μια επαναστατική μαρξιστική προοπτική, αλλά πολύ περισσότερο προσαρμόστηκε στις περιστάσεις της Ρωσικής Επανάστασης μετά το 1924. Ούτε οι επαναστάτες που ήταν λιγότερο κυνικοί από τον Στάλιν ούτε οι Μπολσεβίκοι που χειραγωγήθηκαν και δολοφονήθηκαν από αυτόν υποστήριξαν τη θέση ότι μονάχα η ριψοκίνδυνη πολιτική του παγκόσμιου κομμουνισμού είχε κάποια ελπίδα να διαφυλάξει, πολλώ δε μάλλον να πολλαπλασιάσει, τα πολύ μετριοπαθή κέρδη του 1917. Με την απουσία αυτής της πολιτικής, η επείγουσα ανάγκη της “διαφύλαξης της επανάστασης” απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερες θυσίες, μια εκτυλισσόμενη καταστροφή για την ανθρωπότητα.
Αντόρνο
Η αποσύνθεση του επαναστατικού μαρξισμού από τη δεκαετία του 1930 έφερε στο προσκήνιο το έντονο πρόβλημα της κριτικής συνείδησης στην Αριστερά. Η ριζική κρίση του πολέμου και της κοινωνικής επανάστασης κατά την περίοδο 1914-19 παρήγαγε το αντιδραστικό της συμπλήρωμα, το δηλητηριώδες κίνημα του φασισμού και την επανάληψη του παγκόσμιου πολέμου που είχε ρημάξει την Αριστερά έως το 1945. Ως επακόλουθο της αντεπανάστασης και της αντίδρασης μετά το 1919 αναδύθηκε η δομή του “αυταρχικού χαρακτήρα” για την κοινωνική και πολιτική υποκειμενικότητα που εκφράσθηκε διεισδυτικά, όχι μόνο στις συγκεντρώσεις των μελανών και καστανών χιτώνων, αλλά και στο Λαϊκό Μέτωπο, όπως και, αργότερα, στον “εθνικισμό” του “Τρίτου Κόσμου”. Η “αυταρχική προσωπικότητα”, με τον χαρακτηριστικό πληγωμένο ναρκισσισμό και σαδομαζοχισμό της, κατέδειξε έναν οπισθοδρομικό “φόβο της ελευθερίας”.
Ο “μαρξισμός” έγινε κομμάτι της ιδεολογίας της αντιδραστικής κοινωνικής πραγματικότητας του “αναπτυγμένου” καπιταλισμού, αλλά ένα κομμάτι που εξακολουθούσε, σιγοκαίοντας στην ιστορία, να παραπέμπει πέρα από τα όρια της “αστικής” ιδεολογίας, της οποίας το κενό προοριζόταν να καλύψει. Κατά την περίοδο της θριαμβικής αντεπανάστασης που χαρακτήρισε τον όψιμο 20ο αιώνα, η ερώτηση και το πρόβλημα της κριτικής κοινωνικής συνείδησης επανεμφανίσθηκαν. Η επανάκτηση του κριτικού περιεχομένου της μαρξικής θεωρίας και πράξης αποδείχθηκε ένα δυσπρόσιτο ζήτημα έως τη δεκαετία του 1960, αλλά ένα ζήτημα που στοίχειωσε την Αριστερά αναφορικά με τον κοινωνικο-πολιτικό αποπροσανατολισμό και τη συγκάλυψη της αποστολής και του σχεδίου της χειραφέτησης που συνιστά την εμβριθέστερη κληρονομιά της ηττημένης και αποτυχημένης επανάστασης.
Από το ’68 – και το ’89 – στο σήμερα
Έως τη δεκαετία του 1960, η “Αριστερά” αρνήθηκε όλο και περισσότερο τα δικαιώματα και τις ευθύνες των πληθυσμών που ήταν στρατηγικά τοποθετημένοι στην καρδιά του παγκόσμιου κεφαλαίου να αλλάξουν την πορεία της ιστορίας. – Σύμφωνα με τη λακωνική διατύπωση της Σούζαν Σόνταγκ [Susan Sontag] το 1967, “η λευκή φυλή είναι ο καρκίνος της ανθρώπινης ιστορίας”. – Αυτό που υποστηρίχθηκε ήταν η παθητική προσδοκία της κατάληψης της ιστορικής σκηνής από τους “υποδεέστερους” (“subalterns”), χωρίς καμία κριτική μέριμνα για τις πραγματικές πολιτικές μορφές που αυτή η κατάληψη λαμβάνει. – Όπως το έθεσε ο Αντόρνο κατά τις απαρχές της αποαποικιοποίησης: “Οι άγριοι δεν είναι περισσότερο ευγενείς” (1944). – Αυτή η παραίτηση έλαβε διαφορετικές μορφές αυταπάρνησης – συμπεριλαμβανομένων ρατσιστικών ενθουσιασμών για την “πολιτισμική διαφορά” – που συντέλεσαν στην απόσυρση της πολιτικής.
Το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της επαναστατικής Αριστεράς, ήδη σε κατάσταση βαθιάς αποσύνθεσης μετά το 1945, μπήκε με την παραίτηση από τον ρόλο της κριτικής κοινωνικής συνείδησης με την εμφάνιση της “Νέας” Αριστεράς – αλλά προετοιμάστηκε πολύ νωρίτερα. Η απομάγευση της Αριστεράς που ακολούθησε τη δεκαετία του 1960 έριξε μια μεγάλη σκιά κατά τις δεκαετίες του 1970-80, ενώ κορυφώθηκε την περίοδο 1989-92 με την καταστροφή της Σοβιετικής Ένωσης και το “τέλος της ιστορίας” – ένα τέλος σε κάθε (“μεγάλο”) σχέδιο χειραφετητικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Η “Νέα Αριστερά” έλαβε τον κόσμο που δικαιούνταν· οι προσπάθειες να διατηρηθεί ο ψευτοριζοσπαστικός αντιμαρξισμός της είναι προσπάθειες να αναστηθεί ένα φάντασμα.
Η παρατήρηση του Αντόρνο ότι “δεν μπορούμε να ζήσουμε ορθά μια λανθασμένη ζωή” (1944) έχει παρεξηγηθεί ως υπαρξιακό και όχι πολιτικό πρόβλημα. Όμως, το πρόβλημα της πράξης δεν είναι ηθικό, αλλά αφορά τη διάνοιξη πραγματικών κοινωνικο-πολιτικών δυνατοτήτων για χειραφέτηση.
Ένας χειραφετημένος κόσμος στον οποίο η ελευθερία του καθενός θα αποτελούσε την αναγκαία συνθήκη για την ελευθερία όλων, ο οποίος θα έχει επιτευχθεί διαμέσου της κοινωνικής αλληλεγγύης που προβλέπει “από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητες του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του” (Μαρξ), του οποίου το όραμα παρακίνησε την ιστορική Αριστερά, μοιάζει σχεδόν ασύλληπτος σήμερα.
Όμως, όπως ακριβώς είναι αρκετά πιθανόν, προφανώς, να καταπιεζόμαστε χωρίς να αντιλαμβανόμαστε τους λόγους γι’ αυτό – το νόημα της “αλλοτρίωσης” – απραγματοποίητες πιθανότητες μπορούν ακόμη να επιμένουν παρά την έλλειψη της επίγνωσής τους: μια μη ταυτότητα υποκειμένου και αντικειμένου. Η πιθανότητα της κριτικής συνείδησης της χειραφέτησης επιζεί του φαινομενικού της θανάτου, όσο ασυνείδητα και αν μας βαραίνει σήμερα. Ο ρόλος της συνείδησης είναι ζωτικός για κάθε πιθανή κοινωνική χειραφέτηση.
Ιούλιος, 2006

