RSS FeedRSS FeedYouTubeYouTubeTwitterTwitterFacebook GroupFacebook Group
You are here: The Platypus Affiliated Society/Archive for category International Series

24/6/2017- αντιρατσιστικό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Σκεπτικό και ερωτήσεις

Μετά την αποσύνθεση των παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, το 2015 εμφανίστηκαν καινούργιοι πολιτικοί σχηματισμοί όπως ο Σύριζα και οι Ποδέμος. Το 2016 σημειώθηκαν η άνοδος του Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος Μεγάλης Βρετανίας και η μαζική υποστήριξη προς τον Μπέρνι Σάντερς για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ. Η συζήτηση που διοργανώνουμε σκοπεύει να διερευνήσει το ζήτημα της σοσιαλδημοκρατίας σήμερα, υπό το πρίσμα τόσο των προαναφερόμενων πολιτικών σχηματισμών όσο και της μακράς ιστορίας της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής στο πλαίσιο της Αριστεράς.

Κάποτε η σοσιαλδημοκρατία αποτελούσε ένα παγκόσμιο κίνημα για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, βασισμένο στη μαρξιστική επαναστατική πολιτική. Σήμερα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έχουν αντικαταστήσει πλήρως το καθήκον να οργανώσουν τους εργαζόμενους για να ανατρέψουν τον καπιταλισμό με το καθήκον να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν τις προϋποθέσεις για μια πιο δίκαιη οικονομία της αγοράς. Η σημερινή σκοπιά της σοσιαλδημοκρατίας είναι καθηλωμένη στην κοινωνία ως έχει, οριοθετημένη από τις εθνικές οικονομίες και τις διαμεσολαβημένη από τα εθνικά κράτη. Η σοσιαλδημοκρατία σήμερα υπόσχεται να καταπολεμήσει την κοινωνική αδικία στο όνομα των λαών, αλλά δεν υπόσχεται πλέον να πραγματώσει τον σοσιαλισμό. Αυτό που έχει μείνει είναι μόνο το όνομα, και μαζί με αυτό η υπόσχεση και η προβληματική της «σοσιαλδημοκρατίας».

Προσφέρει ακόμη η «σοσιαλδημοκρατία» μια προοπτική για την Αριστερά; Ενώ η σοσιαλδημοκρατία αναδύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα ως έκφραση της πολιτικής απαίτησης των εργαζόμενων τάξεων για σοσιαλισμό, πέρασε μια σειρά κρίσεων στην πορεία του 20ου αιώνα. Πώς αυτές οι κρίσεις έχουν μετασχηματίσει τον τρόπο με τον οποίο η Αριστερά αντιλαμβάνεται τόσο την ιστορική μορφή της σοσιαλδημοκρατίας όσο και τους σοσιαλδημοκρατικούς πολιτικούς σχηματισμούς του σήμερα; Έχουν οδηγήσει οι διάφοροι μετασχηματισμοί –π.χ. η ρεβιζιονιστική διαμάχη στα έτη 1890-1900, η υποστήριξη των εθνικών κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου, η διαμάχη σχετικά με τη ρωσική και τη γερμανική επανάσταση μεταξύ των ετών 1917 και 1919, η Νέα Αριστερά της δεκαετίας του 1960, η κρίση της δεκαετίας του 1970, η νεοφιλελεύθερη στροφή της δεκαετίας του 1980, η ανάδυση πολιτικών του «τρίτου δρόμου» κατά τη δεκαετία του 1990, η οικονομική κρίση του 2008– στον θάνατο της σοσιαλδημοκρατίας; Έχει αλλάξει για την Αριστερά η έννοια της κοινωνικής επανάστασης και του σοσιαλισμού, δεδομένου του μετασχηματισμού που έχει υποστεί η έννοια της «σοσιαλδημοκρατίας»; Θα μπορούσε η τροχιά που ακολούθησε η σοσιαλδημοκρατία να φωτίσει τους στόχους της Αριστεράς; Και αν ναι, με ποιον τρόπο;

Ομιλητές

Δημήτρης Μάνος: ΚΚΕ μ-λ

Κώστας Παλούκης: Ιστορικός, μέλος ΝΑΡ

Γιώργος Οικονόμου: Διδάκτωρ Φιλοσοφίας

 

Ακολουθεί η επιμελημένη απομαγνητοφώνηση της εκδήλωσης

Κώστας Παλούκης: Αν πούμε ότι πέθανε η σοσιαλδημοκρατία τι μπορούμε άραγε να κάνουμε;

Η σοσιαλδημοκρατία είναι ένα σοσιαλιστικό κίνημα που υποστηρίζει τη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής οικονομίας μέσα από πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Το θεμελιώδες  χαρακτηριστικό της είναι η απόρριψη της επανάστασης και η πεποίθηση της ότι ο ρεφορμισμός είναι ένας επιθυμητός δρόμος για την επίτευξη του σοσιαλισμού. Στην πράξη αποδέχεται την ανάληψη της διακυβέρνησης ενός καπιταλιστικού πλαισίου αποδεχόμενη κάποιους συμβιβασμούς και υποχωρήσεις για την επίτευξη αυτών των στόχων.

Δεν υπάρχει ιστορικά μία τυπική μορφή σοσιαλδημοκρατίας αλλά πολλές, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως και σήμερα. Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κύριες μορφές σοσιαλδημοκρατίας.

Η πρώτη είναι η κλασσική δυτικοευρωπαϊκή μορφή με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο το πλατύ, μαζικό, δημοκρατικό κόμμα του γερμανικού SPD, το οποίο εκπροσωπεί κοινοβουλευτικά την εργατική τάξη και στο οποίο συμμετέχουν πλατιά τμήματά της. Παράλληλα αναπτύσσει πολιτικές και πολιτιστικές δράσεις ενώ πάντα δρα στο όριο της πολιτικής νομιμότητας του εκάστοτε καθεστώτος.

Η δεύτερη είναι κάποιες πολύ μικρές ομαδοποιήσεις διανοουμένων και συνδικαλιστών που δεν μπορούν να αναδειχτούν σε μαζικό ρεύμα. Πολλές φορές έχουν έναν αναντίστοιχα με το μέγεθός τους και τη μικρή οργανωτική τους βάση μεγάλο και σημαντικό ρόλο και δράση στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Ενίοτε οι ομάδες αυτές εντάσσονται σε μεγαλύτερα φιλελεύθερα κόμματα με δημοκρατικό χαρακτήρα. Τέτοια παραδείγματα σοσιαλιστικών ομάδων μπορεί να βρει κανείς εντός του δημοκρατικού κόμματος των Η.Π.Α. ή άλλων δημοκρατικών κομμάτων της Ευρώπης.

Μία τρίτη μορφή σοσιαλδημοκρατίας είναι η ένοπλη σοσιαλδημοκρατία. Εμφανίζεται σε περιόδους επικράτησης αυταρχικών καθεστώτων και έχει έντονα εθνικοαπελευθερωτικά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά. Τέτοιου είδους κόμματα μπορούν να χαρακτηριστούν το PKK και το Sinn Fein-IRA και παλαιότερα το κόμμα των μενσεβίκων.

Η σοσιαλδημοκρατία είναι ένα πολιτικό ρεύμα που κινείται σε προοδευτική κατεύθυνση αλλά κρίνεται από τη στάση των εκάστοτε κομμάτων σε κρίσιμα κομβικά ιστορικά ζητήματα.

Στη σοσιαλδημοκρατία μπορεί κανείς να αναγνώσει και δύο ρεύματα με επαναστατικό χαρακτήρα. Το ένα θεωρεί αναγκαία και επιθυμητή την επανάσταση και υποτάσσει την τακτική του γύρω από αυτό το στόχο, ενώ μία δεύτερη εκδοχή αρνείται πλήρως οποιαδήποτε μεταβατική λογική και αίτημα στις σημερινές συνθήκες προβάλλοντας ως μόνη λύση την επαναστατική διαδικασία στο παρόν, χωρίς ενδιάμεσες καταστάσεις. Το ΚΚΕ σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους είχε είτε τη μία είτε την άλλη μορφή.

Για την ανάπτυξη της σοσιαλδημοκρατίας σε πλατύ κοινωνικό ρεύμα απαιτούνται τρεις προϋποθέσεις: η ύπαρξη ενός πλατιού στρώματος εργατικής αριστοκρατίας, ένα πλαίσιο οικονομικών λειτουργιών μέσα στο οποίο η αστική τάξη δέχεται παραχωρήσεις προς την εργατική τάξη και τέλος ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται η ενδοαστική διαμάχη εντός ενός κράτους ή η ενδοϊμπεριαλιστική διαμάχη μεταξύ κρατών.

Στην Ελλάδα μέχρι το 1981 δεν υπήρχαν οι παραπάνω προϋποθέσεις για την εμφάνιση και την άνοδο μιας μαζικής σοσιαλδημοκρατίας. Τη δεκαετία του 1930 έχουμε την πρώτη εμφάνιση ενός πλατιού μετώπου κομμουνιστών και σοσιαλιστών το οποίο προλαμβάνεται από το Μεταξά, μέτωπο το οποίο θα πραγματωθεί με την εμφάνιση του Ε.Α.Μ. λίγα χρόνια αργότερα. Με την ήττα του Ε.Α.Μ.-ΕΛΑΣ το μέτωπο θα διαλυθεί. Αργότερα συσπειρώσεις των δύο ρευμάτων θα υπάρξουν και εντός της ΕΔΑ γύρω από μια πλατιά σωματειακή βάση. Ωστόσο και στην τελευταία περίπτωση δε δημιουργείται εργατική αριστοκρατία η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα τυπικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν είχαμε νωρίτερα από το 1980 σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα ήταν όχι γιατί η ελληνική αστική τάξη δεν υπήρξε ή δεν ήταν αναπτυγμένη αλλά γιατί δεν είχε τη διάθεση να κάνει παραχωρήσεις προς την εργατική τάξη, αναγκάζοντας τους σοσιαλδημοκράτες είτε να αποτελούν το μακρύ χέρι του κράτους είτε να συμμαχούν με τους κομμουνιστές.

Στην Ελλάδα η σοσιαλδημοκρατία δημιουργήθηκε από το ΠΑΣΟΚ. Είναι η περίοδος που οι προϋποθέσεις που προανέφερα μπορούν να πραγματωθούν έστω παροδικά. Ωστόσο η είσοδος στην ΕΟΚ και την ευρωπαϊκή ένωση θα επιφέρει την αναγκαστική υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Με την κρίση του 2010 στην Ελλάδα δοκιμάστηκαν ξανά οι δυνατότητες για μια νέου τύπου σοσιαλδημοκρατίας με την άνοδο του Σύριζα και πάλι φάνηκαν τα όρια αυτής της πολιτικής εντός ευρωπαϊκής ένωσης. Ο θάνατος της σοσιαλδημοκρατίας σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος από την αντικαπιταλιστική λύση.

Δημήτρης Μάνος: Ας μη βιαστούμε να μιλήσουμε για το θάνατο της σοσιαλδημοκρατίας.

Η ένταξη της σοσιαλδημοκρατίας στο κυρίαρχο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα συνέβη αμετάκλητα και οριστικά στον πρώτο παγκόσμιο όταν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα συμμάχησαν με τις εθνικές αστικές τάξεις τους για τη διεξαγωγή του πολέμου. Σήμερα η πολιτική έκφραση της σοσιαλδημοκρατίας υπό τις δεδομένες συνθήκες και το συσχετισμό δύναμης είναι δύναμη του συστήματος. Σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές εφαρμόστηκαν και από το Φράνκο στην Ισπανία ή τα χριστιανοδημοκρατικά κόμματα σε Ιταλία και Γερμανία (αλλά όχι από τον Πινοσέτ στη Χιλή) στη βάση της ρήσης του Τσώρτσιλ ότι από τις χώρες του παραπετάσματος πρέπει να αντιγράψουμε το κοινωνικό τους κράτους.

Η εργατική βάση της σοσιαλδημοκρατίας σύμφωνα με το Λένιν ήταν η εργατική αριστοκρατία.

Όσον αφορά την Ελλάδα, η άνοδος της σοσιαλδημοκρατίας καθορίστηκε τόσο από την εξάρτηση της χώρας από το διεθνή ιμπεριαλισμό που δεν επέτρεπε στην ελληνική αστική τάξη παραχωρήσεις όσο και από την υποχώρηση και ήττα της Αριστεράς. Η εργατική αριστοκρατία δεν δημιουργήθηκε στην Ελλάδα παρά από το ΠΑΣΟΚ το οποίο όμως είχε την «ατυχία» να αναπτύσσεται παράλληλα με την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού.

Όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς δεν υπάρχει η εναλλακτική επαναστατική πρόταση στον καπιταλισμό-ιμπεριαλισμό που να θέτει ζητήματα αμφισβήτησης του καπιταλισμού και εργατικής εξουσίας. Η λενινιστική λύση δηλαδή η κατάληψη του κράτους, η καταστροφή του αστικού κράτους και η οικοδόμηση του σοσιαλιστικού κράτους σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο που αποτέλεσε την εργατική απάντηση αν και σημαντική είναι ακόμα αδύναμη. Στο έδαφος αυτής της αδυναμίας υπάρχει ακόμα η δυνατότητα ανάπτυξης σοσιαλδημοκρατικών φαινομένων όπως για παράδειγμα στη χώρα μας.

Η επίθεση του ιμπεριαλιστικού συστήματος στη σημερινή φάση της κρίσης του, η οποία συμπιέζει τα μικροαστικά στρώματα, δεν δημιουργεί οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία κοινωνικών συμμαχιών υπό την κυριαρχία των αστικών τάξεων. Η επίθεση γίνεται ακόμα και στις ιμπεριαλιστικές χώρες όπως οι Η.Π.Α. και η Γαλλία. Το φαινόμενο κατάρρευσης των μεσοστρωμάτων είναι σημαντικό για την ανάλυση της σοσιαλδημοκρατίας.

Οι μετακομμουνιστικές λύσεις όπως οι πλατείες, το Occupy άνθισαν στο βαθμό που η κομμουνιστική λύση είναι ακόμα αδύνατη. Ανάλογα με τις τοπικές περιστάσεις δημιουργήθηκαν συμμαχίες μεταξύ κομματιών της αστικής τάξης και κομμάτια των λαϊκών κινημάτων προηγούμενων ετών. Σε ένα παράδειγμα διαμάχης των δύο αυτών ρευμάτων το κομμουνιστικό κόμμα Ινδίας μαοϊκό που διεξάγει έναν κοινωνικό και απελευθερωτικό αγώνα συγκρούεται ένοπλα με σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις με συμμετοχή ακόμα και μαρξιστικών-λενινιστικών κομμάτων! Η προβιά της σοσιαλδημοκρατίας μπορεί να φορεθεί από πολλούς.

Το φαινόμενο Σύριζα αναπτύχθηκε κάτω από την έλλειψη της κομμουνιστικής πολιτικής, από την πίεση του συστήματος, της συνειδητοποίησης των μικροαστικών κομμάτων ότι είναι και αυτά αναλώσιμα όπως η εργατική τάξη η οποία δεχόταν την κρίση και πριν την κρίση. Η αριστερά εντός και εκτός κοινοβουλίου «στήριξε» το Σύριζα κυρίως μέσω των μεταβατικών προγραμμάτων.

Ποια πρέπει να είναι η άλλη κατεύθυνση δεδομένης της συνέχισης της επίθεσης από τη μεριά του συστήματος; Ο αγώνας σήμερα οφείλει να είναι διμέτωπος τόσο απέναντι στις σοσιαλδημοκρατικές λύσεις που ενδεχομένως θα πλασαριστούν στο μέλλον αλλά και απέναντι στις φασιστικές λύσεις που προβάλλονται υπό το μανδύα του λαϊκισμού.

Πρέπει να διαχωριστεί η πάλη που δίνουμε σήμερα με τους στρατηγικούς στόχους. Πάνω σε αυτό το έδαφος των στρατηγικών στόχων λαμβάνει χώρα η άνοδος των απόψεων του Σύριζα.

Αυτό που κατά τη γνώμη μου θα παλέψουμε στο μέλλον είναι η αποδέσμευση από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά και η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό που συνδέει τη σημερινή και τη μελλοντική πάλη είναι η δημιουργία μετώπων αντίστασης, ο συντονισμός των εστιών αντίστασης και η συνεργασία με τους λαούς που δέχονται αυτή την επίθεση.

Γιώργος Οικονόμου: Θα προσπαθήσω να συνδέσω την αποτυχία της σοσιαλδημοκρατίας ως λύση για τα κοινωνικά προβλήματα με τους στόχους και τη φυσιογνωμία ευρύτερα της Αριστεράς.

Θα ήθελα να αναφερθώ σε τρεις περιπτώσεις σοσιαλιστικών κομμάτων, στα προγράμματά τους και στο πολιτικό αποτέλεσμα που επέφεραν.

Το 1971 γίνεται το συνέδριο του σοσιαλιστικού κόμματος της Γαλλίας όπου υπερνικά η μετριοπαθής τάση του Μιττεράν, που είχε στο πρόγραμμά της την κατάργηση της μισθωτής εργασίας. Δέκα χρόνια μετά από την κατάληψη της εξουσίας καμία από τις προγραμματικές δηλώσεις δεν εφαρμόστηκε. Το δεύτερο παράδειγμα είναι το ελληνικό ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα αυτό το 1974 μιλούσε για σοσιαλισμό, για κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και για διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας. Μετά από πολύχρονη διακυβέρνηση δεν έκανε τίποτα από όλα αυτά. Τέλος η περίπτωση  του Σύριζα, που μιλούσε επίσης για σοσιαλισμό και μη αποδοχή των μνημονίων και δεν εφάρμοσε ούτε το μετριοπαθές πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης.

Οι τρεις αυτές περιπτώσεις δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος που δεν αφορά μόνο τη σοσιαλδημοκρατία αλλά και ευρύτερα της Αριστεράς. Το πρόβλημα που θέλω να θίξω είναι αυτό της τεράστιας αποτυχίας της Αριστεράς τόσο σε ιδεολογικό όσο και οργανωτικό και πολιτικό επίπεδο. Όταν λέω Αριστερά εννοώ όχι μόνο τη σοσιαλδημοκρατία αλλά και τα κομμουνιστικά κόμματα.

Η σοσιαλδημοκρατία προσπάθησε να ενταχθεί μέσα στο σύστημα εφαρμόζοντας μεταρρυθμίσεις. Επειδή το αίτημα για κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής ήταν πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί κατέφυγε σε οικονομικά και κοινωνικά μέτρα και καλύτερη διανομή του κοινωνικού προϊόντος.

Το στοιχείο ωστόσο που καθόρισε και καθορίζει ακόμα και σήμερα την αποτυχία της Αριστεράς κατά τη γνώμη μου είναι αυτό της αντιπροσώπευσης. Αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια κρίση του συστήματος της αντιπροσώπευσης όπως την εννοεί η Αριστερά αφού ακόμα και στις χώρες του υπαρκτού ολοκληρωτισμού όπως στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλόκ, το κόμμα που αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης οδήγησε σε αυταρχικές, ανελεύθερες, δικτατορικές δομές.

Η Αριστερά επίσης εμφανίζει τεράστιο έλλειμα όσον αφορά τη δημοκρατία. Αυτό που έδειξαν οι πλατείες αλλά και όλα τα κινήματα από τη δεκαετία του 1960 και τα γνήσια εργατικά κινήματα ήταν η αυτοδιεύθυνση των εργαζομένων, αίτημα και πρακτική που η Αριστερά απεμπόλησε. Ήδη από την εποχή της ρωσικής επανάστασης η επικράτηση του λενινιστικού κόμματος και της γραφειοκρατίας ενάντια στην αυτοδιεύθυνση των εργατών υπήρξε η ταφόπλακα της εξουσίας των σοβιέτ.

Εκ γενετής η Αριστερά και ολόκληρη η μαρξική ιδεολογία έπασχε από την αδυναμία σύλληψης της έννοιας της δημοκρατίας. Η έμφαση στο οικονομικό στοιχείο και στην πάλη ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και στις παραγωγικές δυνάμεις υπήρξε καταστροφική για το εργατικό κίνημα.

Η Αριστερά ευνοεί τέλος τον καταμερισμό της πολιτικής εργασίας αφού το κόμμα ή η οργάνωση παρέχει τη μοναδική δυνατότητα για επιστημονική ανάλυση και η κοινωνία πρέπει να υπακούει. Μιλάμε δηλαδή για μία τεχνική έννοια της πολιτικής και όχι της δυνατότητας των εργατών-πολιτών να αυτοκυβερνηθούν και να αυτοοργανωθούν.

Η βασική διαίρεση με βάση τη μαρξική θεωρία είναι ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Η έμφαση στην οικονομική αυτή διαίρεση απεμπολεί το πολιτικό και δημοκρατικό στοιχείο. Ο Καστοριάδης από πολύ νωρίς έδειξε ότι η κεντρική δομή της κοινωνίας και η ρίζα της εκμετάλλευσης και της αλλοτρίωσης δεν είναι η καπιταλιστική αγορά αλλά η ιεραρχική, γραφειοκρατική οργάνωση της κοινωνίας. Η γραφειοκρατία είναι μια πολιτική και όχι οικονομική δομή εξουσίας.

Η κύρια διαίρεση σήμερα είναι μεταξύ αυτών που λαμβάνουν τις αποφάσεις και θεσπίζουν τους νόμους και σε αυτούς που τις εκτελούν. Συνεπώς αυτό που προέχει είναι κυρίως η πολιτική ισότητα των ατόμων και η συμμετοχή τους στη λήψη των αποφάσεων και όχι η αφηρημένη κατάργηση του καπιταλισμού σε οικονομικό επίπεδο. Κατά τη γνώμη μου αυτό καταδεικνύουν και οι σύγχρονες μορφές αντίστασης όπως οι πλατείες οι οποίες αντιτίθενται στην αντιπροσώπευση των κομμάτων και τονίζουν το στοιχείο της αυτοδιεύθυνσης. Πρέπει να υπάρξουν ανεξάρτητες πολιτικές κινήσεις που θα δημιουργήσουν ένα δημοκρατικό κίνημα και θα προωθήσουν θεσμικές αλλαγές.

Κώστας Παλούκης: Το μεταβατικό πρόγραμμα όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ σχετίζεται με μια σειρά αιτημάτων από τη μεριά των εργαζομένων. Η διεκδίκησή των μερικών μεταβατικών αιτημάτων δημιουργεί τις συνθήκες για την επόμενη κλίμακα αιτημάτων και τη σταδιακή κατανόηση της σημερινής πολιτικής κατάστασης από τη μεριά των εργαζομένων καθώς και την πάλη για ολοένα πιο διευρυμένα και ριζοσπαστικά αιτήματα. Τα μεταβατικά αιτήματα δεν μπαίνουν για να εφαρμοστούν στον καπιταλισμό αλλά ως σημείο αφετηρίας για την πάλη ενάντια στην εργοδοσία και απέναντι στο κράτος και στο κεφάλαιο.

Σε σχέση με το ζήτημα της αντιπροσώπευσης και της αποτυχίας της αριστεράς: πως είμαστε σίγουροι ότι όσοι αναφέρονται σε τέτοια ζητήματα δεν είναι και οι ίδιοι κομμάτια της ήττας και της αποτυχίας; Αυτές οι ομάδες ή οι συλλογικότητες δε γέννησαν άραγε γραφειοκρατίες στο εσωτερικό τους καθώς και προβλήματα που δεν μπορούν να ξεπεράσουν;

Δημήτρης Μάνος: Η βασικότερη σύγκρουση με τη σοσιαλδημοκρατία έγινε το 1917. Η πορεία κατάκτησης της εξουσίας από τους εργάτες δεν είναι γραμμική και δεν έρχεται από ολοένα και πιο προχωρημένα αιτήματα. Ενδεχομένως σε μία κοινωνία που έχει κατακτηθεί η εξουσία από τους εργαζόμενους θα μπορούσα ίσως να συμφωνήσω με τον Οικονόμου ότι η διαίρεση είναι μεταξύ των διευθυντών και διευθυνομένων. Σήμερα όμως που ακόμα και ο συνδικαλισμός τείνει να εξαφανιστεί προέχει η συγκρότηση της εργατικής τάξης σαν τάξης για τον εαυτό της. Αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι ο ταξικός συσχετισμός.

Γιώργος Οικονόμου: Βασικά δικαιώματα όπως η ελευθερία του λόγου δεν υπήρχαν ούτε υπάρχουν σε κράτη που επικράτησαν κομμουνιστικά καθεστώτα. Τα συνθήματα περί σοσιαλισμού και κομμουνισμού έχουν πεθάνει. Το μόνο αίτημα που μπορεί να διασωθεί είναι το δημοκρατικό αίτημα, δηλαδή αν θέλουμε να είμαστε πολίτες και υποκείμενα της πολιτικής μας. Η μαρξιστική λενινιστική λογική δεν έχει δώσει απολύτως τίποτα θετικό.  Ότι κερδήθηκε οφείλεται στο γνήσιο εργατικό και λαϊκό κίνημα που απέκτησε δικαιώματα μέσω των αγώνων του .

Συζήτηση-ερωτήσεις

Μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και στη βάση του κομμουνιστικού κινδύνου και της ανάγκης για ανοικοδόμηση του καπιταλισμού επενδύθηκαν μέσω της σοσιαλδημοκρατίας αντικομμουνιστικές τάσεις. Η σοσιαλδημοκρατία εξέφραζε τα μεσαία στρώματα και την αυταπάτη ότι μπορούν να μοιραστούν την εξουσία με το μεγάλο κεφάλαιο. Ακόμα και σήμερα η σοσιαλδημοκρατία μπορεί να υπάρξει με πολλές μορφές.

Αν παίρναμε μία εφημερίδα εκατό χρόνια πριν την περίοδο της ρώσικης επανάστασης θα διαβάζαμε ότι είπε ο Γιώργος Οικονόμου. Αυτή είναι η δειλή, έμμεση σοσιαλδημοκρατία. Ενώ κατηγορεί το κόμμα για την απόλυτη αλήθεια την ίδια στιγμή μιλάει και καθορίζει το πότε ένα κίνημα είναι γνήσιο ή όχι.

Γιώργος Οικονόμου: Το εργατικό κίνημα διεκδίκησε και πέτυχε την καθιέρωση πολλών δικαιωμάτων χωρίς τη βοήθεια των κομμουνιστών. Τα κομμουνιστικά κόμματα εξέφρασαν τα συμφέροντα και τους σκοπούς της κομμουνιστικής γραφειοκρατίας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δυσφημιστεί τόσο πολύ το αίτημα του σοσιαλισμού-κομμουνισμού ώστε σήμερα τέτοια συνθήματα υπάρχουν μόνο σε περιθωριακές αριστερές ομάδες. Η κοινωνία σήμερα δεν ακολουθεί τα κομμουνιστικά καθεστώτα.

Το δικαίωμα να ασκούμε κριτική είναι πολύ σημαντικό. Πρέπει να δούμε κάθε πολιτική άποψη και να την κριτικάρουμε μέσω επιχειρημάτων. Κατά τη γνώμη μου ο Καστοριάδης άσκησε μια πολύ σημαντική κριτική στο μαρξισμό και στο κομμουνιστικό κίνημα η οποία δεν μπορεί να αγνοηθεί αλλά πρέπει να απαντηθεί.

Αν πούμε ότι η σοσιαλδημοκρατία δεν έχει εκπνεύσει πολιτικά και ιστορικά πως θα μπορούσε ένας σχηματισμός όπως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή το ΚΚΕ μ-λ, που είναι εξαιρετικά κριτικός στις παρούσες μορφές σοσιαλδημοκρατίας, να πραγματώσει το πρόγραμμά του αν ερχόταν στην εξουσία;

Κώστας Παλούκης: Η απάντηση είναι ότι την εξουσία δε θα την πάρει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά η εργατική τάξη και ο λαός. Η χρήση των μεταβατικών αιτημάτων γίνεται στο βαθμό που επιδιώκουμε να προσεγγίσουμε την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα εκεί όπου αυτά υπάρχουν. Κατά τη γνώμη μου μπορεί να υπάρχουν επιμέρους νίκες σε διάφορα αιτήματα αλλά όχι ένα πρόγραμμα εφαρμογής μιας σειράς τέτοιων αιτημάτων μέσα στον υπαρκτό καπιταλισμό.

Δημήτρης Μάνος: Η εμπειρία του Σύριζα αναδεικνύει πόσο μακρύς είναι ο δρόμος που πρέπει να διανύσουμε. Ίσως αυτό το πισωγύρισμα να ήταν αναγκαίο, δηλαδή να φανερωθεί ο Σύριζα ως αστική δύναμη στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού.

 

Më 14 prill, 2017 në Unversitetin e Prishtinës, dega e Platypus në Prishtinë e mbajti panelin me temën “Idelologjitë Radkale Sot: Marksizmi dhe Anarkizmi”. Folës të panelit ishin Dren Berishaj njohës i anarkizmit, Klodi Leka nga OP (Organizata Politike) dhe Arlind Manxhuka nga SKV (Lëvizja Studentore për Barazi - Studim - Kritikë - Veprim). Në vijim mund ta lexoni përshkrimin dhe një përmbledhje të këtij paneli.
Hosted by the Platypus Affiliated Society at the University of Tennessee (Knoxville) on April 26, 2017.

Speakers

Travis Donoho, Co-chair of the Knox area Democratic Socialists of America

Barbara Bridges, Chair of the Green Party (US) of Knoxville

Jason Dawsey, Lecturer of History at the University of Tennessee

Moderated by Matt Cavagrotti

Panel Description

Electoral politics are a longstanding problem for the U.S. left. In recent decades, a number of parties have formed as an alternative to the Democratic Party: the Labor Party, the Green Party, and now, the Justice Party. However, these parties risk becoming little more than networks of activists or pressure groups on the Democratic Party, and it still remains unclear whether a serious electoral challenge to the Democratic Party is possible.

Many progressives blame the “first-past-the-post” structure of U.S. elections, contra labour-friendly parliamentary systems; yet others insist that this procedural focus is misplaced. Leninists charge some quarters of the Left with misunderstanding the proper relationship of the party to the state; but for many, it remains unclear how State and Revolution bears upon the present. Most activists grant the desirability of a viable party to the left of the Democrats, but why exactly such a party is desirable-- to win reforms? to spread emancipatory consciousness?-- is contested as well.

These are old questions for the American left-- as old as Henry George, Daniel De Leon, and the 1930s American Labor Party, perhaps the high point of independent electoral politics in the U.S. This panel will investigate several contemporary approaches to electoral politics to draw out the theories that motivate Leftist third parties; it will also ask how the historical achievements and failures of third parties bear upon the present.

Questions

1. How does the present election represent an opportunity for the development of a third party?In what ways have Bernie Sanders, Donald Trump, Jill Stein, and Gary Johnson each helped develop a window of opportunity for a third party?

2. In what ways might these figures be responsible for miseducating, depoliticizing, or simply misdirecting potential allies?

3. What conditions would a Clinton or Trump administration produce for the left? How would each represent a challenge to the Left?

4. How might a third party avoid simply becoming either an instrument for pressuring the Democratic Party to the Left or a mere recruiting tool for activist and sectarian organizations? In other words: what are the practical and theoretical obstacles to the development of the Left beyond the default form of activity that have characterized it since the mid-20th century?

5. While we take for granted that a third party would have to distinguish itself from the two major parties, how could a third party attempt to draw from voters from both the Democrats and the Republicans?

6. The rise of progressivism and socialism in the late 19th/early 20th century defined every attempt at the development of a third party in the 20th century. How are progressive and socialist politics distinct and/or related? What role would each play in the development of a mass third party for the 21st century?

Held April 8, 2017 at SAIC as part of the 9th annual Platypus International Convention.

Panelists:

Chris Cutrone (School of the Art Institute of Chicago; Platypus)
Leo Panitch (York University; editor of
Socialist Register)
Bryan Palmer (Trent University, author of
Marxism and Historical Practice)

Description:

The First World War manifested an economic, social and political crisis of global capitalism, – “imperialism” – which sparked reflection in the mass parties of the Second International on the task of socialist politics. The revisionist dispute, the “crisis of Marxism” in which Lenin, Luxemburg and Trotsky first cut their teeth, shaped their understanding of the unfolding revolution as a necessary expression of self-contradiction within the movement for socialism. Even the most revolutionary party produced its own conservatism, hence the need for self-conscious, revolutionary leadership to avoid “tailing” the movement. 

Lenin, Luxemburg and Trotsky thought that leadership adequate to the revolution of 1917 required historical consciousness. They drew upon Marx’s appraisal of the democratic revolutions of 1848, in which Marx identified the historical contradiction which had developed in bourgeois society and necessitated the dictatorship of the proletariat. The Bolsheviks maintained that a "bourgeois-democratic" revolution could spark a workers' socialist revolution in Europe, subsequently allowing for a struggle for socialism. Lenin held that political forms such as “the state” and “the party” must be transformed in and through revolution. Yet the meaning of 1917 was already contentious in 1924, as Trotsky recognized in his pamphlet, Lessons of October. Trotsky would spend the rest of his life fighting “over the heads of the leaders of the Second and Third International[s]” to maintain socialist consciousness.

Whether in the Popular Fronts of the 1930’s, the Chinese Communists in 1949, or the New Left of the 1960’s, the Left sought to understand itself – both positively and negatively – in relation to the aims and outcomes of 1917. The historical consciousness of its primary actors disintegrated into various oppositions: Lenin the Machiavellian versus Luxemburg the democratic Cassandra; socialism versus liberalism; authoritarianism versus libertarianism. Meanwhile, the futility of the politics shared by Lenin and Luxemburg has been naturalized. It is tacitly accepted that what Lenin and Luxemburg jointly aspired to achieve, if not already impossible a century ago, is certainly impossible today. The premises of the revolution itself have been cast in doubt.

Questions for the panelists:

  1. What were the aims of the 1917 Russian Revolution?
  2. What was the self-understanding of its Marxist leadership?
  3. How has the memory of 1917 changed in the course of the 20th century?
  4. Why does the legacy of 1917 appear arrayed in oppositions?
  5. Are we still tasked by the memory of 1917 today, and if so how?
  6. In what way, if any, does the present moment present a new opportunity to reassess 1917 and the self-understanding of Lenin, Luxemburg and Trotsky?

A workshop on the Against Equality collective by Yasmin Nair, at the 9th annual Platypus International Convention. Moderated by Nunzia Faes.

Yasmin Nair: Writer, Activist, Academic Editor at Large for Current Affairs, Freelance writer and reviewer for: Baffler, Verso, Vox, Current Affairs, Alternet, In These Times, Daily Dot, Monthly Review, Electronic Intifada, Windy City Times, and others.