RSS FeedRSS FeedYouTubeYouTubeTwitterTwitterFacebook GroupFacebook Group
You are here: The Platypus Affiliated Society/Ερωταπαντήσεις

Ερωταπαντήσεις

Η Παρακμή της Αριστεράς στον 20ο αιώνα.

Προς μια θεωρία ιστορικής οπισθοδρόμησης

Platypus Review 17 | November 2009

Μετάφραση: Ισιδώρα Στανιμεράκη

Επιμέλεια: Θοδωρής Βελισσάρης

[PDF]  [Video Recording]

[Deutsch] [English]

Στις 18 Απριλίου του 2009, η διεθνής ομάδα του Πλατύποδα διεξήγαγε την ακόλουθη εκδήλωση-συζήτηση στο συνέδριο του Αριστερού Φόρουμ στο Pace University της Νέας Υόρκης. Οι ομιλίες και η συζήτηση οργανώθηκαν γύρω από τέσσερις σημαίνουσες στιγμές στον προοδευτικά βίαιο διαχωρισμό μεταξύ θεωρίας και πράξης κατά την πορεία του 20ου αιώνα: 2001 (Spencer A. Leonard), 1968 (Atiya Khan), 1933 (Richard Rubin), και 1917 (Chris Cutrone). Ακολουθεί η επιμελημένη απομαγνητοφώνηση της εισαγωγής στη συζήτηση από τον Benjamin Blumberg, των προετοιμασμένων τοποθετήσεων των ομιλητών και της συζήτησης που ακολούθησε. Η επιθεώρηση Platypus Review (στην οποία δημοσιεύτηκε αυτή η απομαγνητοφώνηση) ενθαρρύνει τους ενδιαφερόμενους αναγνώστες να δουν σε βίντεο ολόκληρη αυτή τη συζήτηση.
Ερ: Τι συνεπάγεται ο όρος «χειραφέτηση»; Σε ποιο «εκείθεν» παραπέμπει ο καπιταλισμός; Πιο συγκεκριμένα, ποιος θα είναι ο ρόλος του κράτους σε αυτό το «εκείθεν» και πώς θα οργανώνεται η οικονομία; Μου φαίνεται ότι το να διδαχθούμε από το παρελθόν είναι σημαντικό, αλλά αν δεν υπάρχει κάποιο όραμα αυτού που υπάρχει πέραν του καπιταλισμού τότε έχουμε πρόβλημα.

Ερωταπαντήσεις

Richard Rubin: Υπό μία έννοια, αυτό είναι ένα ερώτημα που αφορά στο πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει μια σοσιαλιστική οικονομία. Αλλά θα ήθελα να αναβάλλω το ερώτημα, διότι τα κύρια προβλήματα με τον σοσιαλισμό στον 20ο αιώνα δεν ήταν οικονομικά αλλά πολιτικά. Και πάλι, πρόκειται για μια υποκείμενη σε αλλαγές και πολύπλοκη ιστορία, ωστόσο η κύρια κριτική της Αριστεράς στην Σοβιετική Ένωση δεν ήταν ούτε τεχνική ούτε οικονομική. Εστίαζε μάλλον στον καταπιεστικό και δικτατορικό χαρακτήρα του καθεστώτος. Σε ό,τι αφορά το κράτος, νομίζω πως η σκέψη του Λένιν για την απονέκρωσή του παραμένει έγκυρη. Εννοώ, πως οι λόγοι για τους οποίους είχαμε μια σταλινική δικτατορία και όχι μια αυθεντικά δημοκρατική σοσιαλιστική πολιτεία, είναι σαφώς σύνθετοι, αλλά θα ισχυριζόμουν πως είναι στην ουσία τους ενδεχομενικά, ιστορικά ερωτήματα, μη εγγενή στο σοσιαλιστικό εγχείρημα καθεαυτό. Εάν είναι εγγενή σε αυτό, τότε πραγματικά χάνουμε τον καιρό μας.

Chris Cutrone: Συμπληρώνοντας κάτι ακόμα στα σχόλια του Ρίτσαρντ: Δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούμε ακόμη να γνωρίζουμε ποια θα ήταν τα τεχνικά προβλήματα οργάνωσης μιας παγκόσμιας οικονομίας επί μιας σοσιαλιστικής βάσεως. Όταν ο Λένιν κάνει λόγο για την απονέκρωση του κράτους, αυτό που σαφώς εννοεί είναι την απονέκρωση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Δεν εννοεί την απονέκρωση ενός εθνικού κράτους περικυκλωμένου από τον καπιταλισμό. Υπάρχει ένα είδος παραδοσιακής μαρξιστικής απαγόρευσης προσχεδίων ή εικόνων μιας μελλοντικής κοινωνίας. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι πως εάν πρόκειται η ελευθερία να είναι ελεύθερη, τότε δεν μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων. Στόχος του μαρξισμού είναι να άρει τα εμπόδια του καπιταλισμού έτσι όπως τα κατανοούμε μέχρι αυτό το σημείο· και έχουμε καταφέρει να τα κατανοήσουμε μόνο στο βαθμό που αγωνιστήκαμε εναντίον τους. Κομμάτι της θέσης μας για την οπισθοδρόμηση είναι ότι η πάλη ενάντια στον καπιταλισμό έχει πάψει και, ως εκ τούτου, δεν κατανοούμε όντως το πρόβλημα του καπιταλισμού τόσο καλά όσο παλαιότερα. Μπορούμε μόνο να το κατανοήσουμε, ως πραγματικό πρόβλημα, κατά την διαδικασία της προσπάθειας αναίρεσής του. Υπό αυτήν την έννοια, η εγκαθίδρυση μιας παγκόσμιας δικτατορίας του προλεταριάτου, απλώς θα επέτρεπε στο πρόβλημα του καπιταλισμού να αντιμετωπιστεί.

Ένας άλλος τρόπος προσέγγισης θα ήταν να ρωτήσουμε: «Τι θα σήμαινε να πολιτικοποιήσουμε την οικονομία;». Εν τέλει, αυτό δεν είναι που εγείρεται από τον Ομπαμα-ισμό; Τι είδους πολιτικό ζήτημα είναι η οικονομία; Το επιχείρημα του Μαρξ ήταν ότι η ανάδυση ενός σύγχρονου εργατικού κινήματος, μιας ιστορικά νέας και δυνητικά χειραφετητικής πολιτικής, έθεσε το ερώτημα της οργάνωσης της οικονομίας επί μιας δημοκρατικής βάσεως. Θέτει το ερώτημα. Η επεξεργασία του δεν έχει λάβει χώρα με κανένα τρόπο, ούτε και η σοβιετική εμπειρία μας βοηθάει ιδιαιτέρως να αναλογιστούμε το πώς θα μπορούσε κάτι τέτοιο να λειτουργήσει. Το μόνο που αναδεικνύει η σοβιετική εμπειρία είναι η επανάσταση. Θα ήταν θαυμάσιο αν η οργάνωση της σοσιαλιστικής οικονομίας ήταν ένα πρόβλημα τεχνικό. Υπολειπόμαστε σε πολιτικά μέσα για να το καταστήσουμε πρόβλημα τεχνικό.

Ερ: Ποιες είναι, κατά την γνώμη σας, οι μορφές πολιτικής συνείδησης και πρακτικής που εμποδίζουν την αναγνώριση της οπισθοδρόμησης;

R: Θεωρώ ότι οι άνθρωποι φοβούνται να αναγνωρίσουν την οπισθοδρόμηση γιατί αυτό είναι δυσάρεστο στην σκέψη. Είναι πολύ πιο εύκολο να υποπέσει κανείς σε αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε αφελή προοδευτισμό –λέγοντας πάντα ότι «ο αγώνας συνεχίζεται»- από το να στοχαστεί την αποτυχία της Αριστεράς στον 20ο αιώνα, μια αποτυχία που πράγματι καθόρισε την πορεία του αιώνα και της εποχής μας. Αντιθέτως, ο 19ος αιώνας ήταν ένας αιώνας μεγάλης ιστορικής προόδου, με τρόπους που σήμερα μας είναι δύσκολο να διανοηθούμε.

Αtiya Κhan: Θα έπρεπε να εποπτεύσουμε τους τρόπους με τους οποίους η πολιτική συνείδηση όντως προσάρμοσε τον εαυτό της στις αντικειμενικές συνθήκες. Αντί να πιέσει ενάντια στους περιορισμούς του παρόντος, η Αριστερά σήμερα τείνει να εξοικειωθεί με τις παρούσες συνθήκες. Προκειμένου να προσαρμοστεί στην ήττα, η Αριστερά την περιγράφει διαρκώς ως νίκη. Ασφαλώς, οι δυνατότητες της επανάστασης είναι πάντα παρούσες, δεδομένου του αντιφατικού χαρακτήρα του ίδιου του κεφαλαίου. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι εκείνοι που διατείνονται ότι βρίσκονται στην Αριστερά, αποποιούνται το εγχείρημα του αναστοχασμού της εν λόγω αντίφασης ως πρόβλημα.

Spencer Leonard: Υπονοούσα κάποια από αυτά τα σημεία όταν έθιξα το ζήτημα της συνεχούς επανάληψης της πολιτικής της δεκαετίας του 1960 στο παρόν, σε ένα χορό πάνω στον τάφο του διοικούμενου κόσμου. Έτσι, για παράδειγμα, ο σύγχρονος αναρχισμός δεν έχει στην πραγματικότητα τίποτα που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε θεωρητική προοπτική. Στην καλύτερη περίπτωση είναι μια εκδοχή φιλελευθερισμού, στην χειρότερη είναι ο διάδοχος του χείριστου παιδαριώδη αριστερισμού της περιόδου του 1960. Σε κάθε περίπτωση, ο αναρχισμός αποτυγχάνει να θέσει το πρόβλημα του κεφαλαίου, με εξαίρεση το πρόβλημα της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Άρα, υποθέτω πως θα αντέστρεφα το ερώτημα, ρωτώντας αν όντως υπάρχει σήμερα μια πολιτική που δεν είναι καταδικασμένη να επαναλάβει τις αποτυχίες του παρελθόντος.

Ερ: Η θέση σας για την οπισθοδρόμηση ισχύει και σε μια μεγαλύτερη, παγκόσμια κλίμακα; Φαίνεται πως αυτό που συζητούμε εδώ είναι κυρίως η Ευρωπαϊκή ιστορία.

R: Νομίζω πως το πρόβλημα μπορεί να θεωρηθεί σε παγκόσμια κλίμακα. Αν κοιτάξετε, για παράδειγμα, τον «Τρίτο Κόσμο» -αφήνοντας κατά μέρος τα προβλήματα με την αντιαποικιακές πολιτικη στα μέσα του αιώνα (τα οποία ήταν πολυάριθμα και με κανένα τρόπο ασήμαντα)- εκεί υπήρξε ένας πολύ υψηλότερος βαθμός πολιτικής συνειδητοποίησης κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 από αυτήν που υπάρχει σήμερα. Τούτο συνιστά σαφή εκδήλωση ενός τύπου οπισθοδρόμησης. Επιπλέον, είναι λάθος να διαχωρίζουμε τις πολιτικές εξελίξεις στον Τρίτο Κόσμο από αυτές στον Πρώτο Κόσμο, ειδικά όταν αυτές καθίστανται όλο και πιο συνυφασμένες μεταξύ τους και αντανακλούν ολοένα και περισσότερο η μία την άλλη. Συνεπώς, από την μια πλευρά υπήρξε ένα είδος παραίτησης προς όφελος του τριτοκοσμισμού από ένα μεγάλο κομμάτι της Νέας Αριστεράς, μια παρόρμηση πίσω από την οποία κρυβόταν ένας πεσιμισμός για τη δυνατότητα μετασχηματισμού των δικών της μητροπολιτικών κοινωνιών του κέντρου. Αυτός είναι ο λόγος που εναπόθεσε την ελπίδα της σε κοινωνίες που υποτιθέμενα βρίσκονταν εκτός καπιταλισμού. Επιπλέον, οι τριτοκοσμιστικές πολιτικές της Νέας Αριστεράς –η κυρίαρχη έκφραση της Αριστεράς μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1960- ήταν πολιτικές παγκόσμιου βεληνεκούς. Δεν ήταν μόνο μητροπολιτικές, ούτε μόνο περιφερειακές, αλλά κοινές πολιτικές.

C: Η ιστορία του αντι-ιμπεριαλισμού ή στην πραγματικότητα της αποαποικιοποίησης–καθώς το μεγαλύτερο μέρος της συντελέστηκε μ’ έναν άκρως διοικούμενο τρόπο και όχι διαμέσου κοινωνικο-πολιτικής πάλης— ήταν, πρωτίστως, μια καταστροφή για τον πρώην αποικιοκρατούμενο κόσμο. Μπορούμε να πούμε ότι οι συνθήκες στον μετα-αποικιοκρατούμενο κόσμο είναι με πολλούς τρόπους σημαντικά υποβαθμισμένες και βάναυσες εν συγκρίσει προς αυτές στις αρχές του 20ου αιώνα. Επιπροσθέτως, όπως υπονόησε ο Ρίτσαρντ, η εξοικείωση της Νέας Αριστεράς με μια τριτοκοσμική οπτική της επανάστασηας, βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στον πεσιμισμό ως προς μια επανάσταση στο κέντρο. Ο Φανόν ως γνωστόν είπε «ας εγκαταλείψουμε την Ευρώπη», κάτι που ουσιαστικά συνιστά παραίτηση από την πολιτική. Συνεπώς, εάν πει κανείς ότι ο κόσμος έχει καταστεί περισσότερο πολιτικά ενοποιημένος και, υπό μία έννοια, πιο περιεκτικός στην πορεία του 20ου αιώνα, τούτο πρέπει να συμβαδίσει με μια αφήγηση της εξαχρείωσης και της κενότητας της ίδιας της πολιτικής. Με άλλα λόγια, ο κόσμος μπορεί να συμμετέχει περισσότερο στη δημοκρατική πολιτική, μόνο στο βαθμό που η πολιτική έχει καταστεί επουσιώδης.

L: Με κανένα τρόπο δεν θα λέγαμε ότι η περίοδος της αποικιοκρατίας είναι η α-πολιτική περίοδος και η μετα-αποικιοκρατική, ή η μετα-αποαποικιοκρατική, είναι μια περίοδος πολιτική. Αντιθέτως, η αποαποικιοποίηση εξέφρασε ποικιλοτρόπως την εκτεταμένη ήττα των προγενέστερης και πιο στιβαρής πολιτικής. Με πολλούς τρόπους, λοιπόν, λόγω της κατάρρευσης και όχι της ριζοσπαστικοποίησης αυτού του είδους των επαναστατικών δικτύων και του διεθνούς κοσμοπολιτισμού, που οι αυτοκρατορίες επέτρεψαν (ή που δεν μπόρεσαν να υπονομεύσουν), είναι που κατέστη σχεδόν αδύνατο για εμάς να φανταστούμε αυτό το παρελθόν, παρά μόνο με τους πιο γραφικούς τρόπους.

R: Το κομμάτι του «μη-δυτικού» κόσμου που πιθανόν γνωρίζω καλύτερα είναι αυτό της Μέσης Ανατολής, ο Αραβικός κόσμος. Εκεί, η άνοδος της ισλαμικής πολιτικής προκύπτει, κατά κύριο λόγο, ως άμεση συνέπεια της κατάρρευσης του αραβικού εθνικισμού που επικράτησε στην προηγούμενη γενιά. Αυτή η κατάρρευση του ίδιου του Αραβικού εθνικισμού σχετίζεται με την ήττα της πραγματικής αραβικής Αριστεράς –βασικά της Σταλινικής αραβικής Αριστεράς—όμως παρ’ όλα αυτά μίας αριστερής αραβικής πολιτικής. Ο λόγος, συνεπώς, που υπάρχουν δεξιές Ισλαμιστικές πολιτικές δεν έγκειται σε κάποιο είδος αταβιστικής παρόρμησης που επικράτησε στην περιοχή. Περισσότερο σχετίζεται με την εκκωφαντική ήττα της Αριστεράς. Είναι την ίδια στιγμή ειρωνικό και τραγικό το γεγονός ότι οι δύο περιοχές με την ισχυρότερη αριστερή παράδοση στον Αραβικό κόσμο ήταν αφενός το Ιράκ και αφετέρου η Παλαιστίνη.

Κ: Θα μπορούσα να συνεχίσω πάνω σε αυτό, περιγράφοντας αυτό που συμβαίνει τώρα στο Πακιστάν, ήτοι την ταλιμπανοποίηση μιας ολόκληρης κοινωνίας. Τούτο είναι συνέπεια της αποτυχίας της Αριστεράς, και ειδικότερα των ηττών που αυτή υπέστη την περίοδο μεταξύ των ετών 1968-1971, με κορύφωση τον πόλεμο του Μπαγκλαντές, γεγονός που διαχώρισε το Πακιστάν στα κράτη του Πακιστάν και του Μπαγκλαντές. Σε εκείνη τη συγκυρία, υπήρξε για το Πακιστάν η δυνατότητα εγκαθίδρυσης μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας υπό τους σοσιαλιστές. Μ’ αυτήν την αποτυχία ή, καλύτερα, εξαιτίας αυτής της αποτυχίας, πήρε το Πακιστάν την κατεύθυνση που έχει σήμερα.

L: Το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα να προσθέσω είναι πως αυτό για το οποίο συζητούμε είναι η πολιτική ιστορία, όπως θα λέγαμε, της παγκόσμιας ενοποίησης. Στο μέτρο που πράγματι ζούμε σε έναν παγκόσμια ενοποιημένο κόσμο, τούτος εδώ είναι η κληρονομιά, όχι της αντι-ιμπεριαλιστικής πολιτικής καθαυτής, αλλά της επαναστατικής πολιτικής. Η αποαποικιοποίηση, με τον τρόπο που έλαβε χώρα, ήταν μία από τις μορφές που πήρε η ήττα της διεθνιστικής ριζοσπαστικής πολιτικής, αν και γενικότερα δεν κατανοείται με τον τρόπο αυτό.

Ερ: Έχω προβληματιστεί με τον ισχυρισμό ότι κατά την διάρκεια του τελευταίου μισού του αιώνα ο Τρίτος Κόσμος αποπολιτικοποιήθηκε. Αναρωτιέμαι κατά πόσο ένας από τους λόγους που το λένε αυτό οι συμμετέχοντες στο πάνελ είναι επειδή η πολιτική, όπως αναδύθηκε εκεί, δεν μπορεί να αναγνωριστεί από αυτούς ως τέτοια. Δεν θα μπορούσα παρά να αντιπαραβάλλω τα θέματα αυτής της συζήτησης -την ηττοπάθεια και την οπισθοδρόμηση- με κάποια άλλα, πολύ πιο ελπιδοφόρα πάνελ εδώ στο Αριστερό Φόρουμ. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρομαι σε ορισμένα πάνελ που ασχολούνται με τις εξελίξεις στη Νότια Αμερική. Η Αριστερά στη Νότια Αμερική κατευθύνεται πέραν των δικών μας εννοιών για το τι σημαίνει να είναι κανείς Αριστερός, έννοιες που αρχικά θεμελιώθηκαν στην δυτική ευρωπαϊκή θεωρητική σκέψη που αφορούσε στις βιομηχανικές κοινωνίες. Θα ισχυριζόμουν πως τα προβλήματα στην Βολιβία, για παράδειγμα, εκτείνονται πέραν αυτών των [παραδοσιακά αριστερών] ενδιαφερόντων.

R: Θεωρώ πως, αν κοιτάξουμε τον κόσμο σήμερα, είναι αλήθεια ότι τουλάχιστον υπό ορισμένες απόψεις η Λατινική Αμερική είναι το λιγότερο οπισθοδρομικό κομμάτι του κόσμου και η Μέση Ανατολή το πιο οπισθοδρομικό. Αποτελούν, λοιπόν, ένα είδος αντιθέτων. Αλλά θεωρώ ότι και στις δύο περιοχές το θεμελιώδες πρόβλημα είναι το ίδιο. Προφανώς, ο Έβο Μοράλες είναι, υπό μία έννοια, κομμάτι της Αριστεράς. Ασφαλώς δεν είναι κομμάτι της Δεξιάς, με τον τρόπο που είναι οι Ταλιμπάν. Αλλά αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει τόσο με τον Μοράλες όσο και με τον Τσάβες (κι εγώ προτιμώ τον Μοράλες) είναι ένας αριστερός εθνικισμός, γεγονός που δεν είναι καινούργιο. Οι πολιτικές στην Λατινική Αμερική είναι τώρα, αν μη τι άλλο, αρκετά λιγότερο ριζοσπαστικές από αυτές της δεκαετίας του 1980 με τους Σαντινίστας και το FMLN, που με την σειρά τους ήταν λιγότερο ριζοσπαστικές εν συγκρίσει προς την Κουβανική Επανάσταση. Μπορεί κανείς να πείσει τον εαυτό του ότι η Λατινική Αμερική είναι ο μεγάλος φάρος της επαναστατικής ελπίδας για επανάσταση, μόνο επειδή ο υπόλοιπος κόσμος φαίνεται τόσο ζοφερός.

Ερ: Δεν αναφερόμουν στην επανάσταση. Αναφέρομαι στην ελπίδα εν γένει, κι η παρεξήγηση εδώ μπορεί είναι μέρος ενός μεταφραστικού προβλήματος. Για παράδειγμα, ανάφερες πράγματα όπως την Κουβανική Επανάσταση και τους Σαντινίστας. Η βασική τους ιδέα ήταν να καταλάβουν την κρατική εξουσία, προκειμένου να επιφέρουν ό,τι εσείς αποκαλείτε επαναστατικές αλλαγές. Ωστόσο, σε ό,τι με αφορά, το ζήτημα δεν είναι τόσο ο Μοράλες αλλά ο λαός που τον εξέλεξε, το κίνημα. Κάποιες φορές ο Μοράλες τρέμει ενώπιον της δύναμής του. Μιλούν για πράγματα όπως, λόγου χάρη, η αλλαγή της φύσης του τι σημαίνει να είναι κανείς πολίτης. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι αυτό είναι πολύ πιο ριζοσπαστικό από οτιδήποτε επιχείρησε ποτέ ο Κάστρο ή οι Σαντινίστας. Ασφαλώς, δεν είναι επαναστατικό σύμφωνα με τον δικό σας ορισμό περί επανάστασης. Αλλά θεωρώ ότι αυτό είναι μέρος του ζητήματος που εγείρω –ίσως η ιδέα της επανάστασης να έχει διευρυνθεί από τους λαούς της Νότιας Αμερικής.

L: Θεωρώ πως το ερώτημα διολισθαίνει στην πραγματικότητα στο ερώτημα του αν και κατά πόσο οι χειραφετητικές πολιτικές είναι δυνατές και επιθυμητές. Εντούτοις, θα ισχυριζόμουν επίσης ότι δεν είναι εύλογο να μιλούμε σήμερα για τον κόσμο –στον οποίο επικρατεί η φτώχεια, η εξαχρείωση, οι περιορισμένες ευκαιρίες στη ζωή, η ανελεύθερη εργασία, οι διευρυμένες εργάσιμες μέρες, για να μην αναφέρουμε την ακραία απόγνωση μεταξύ των εργατών γης στις μεγάλες αγροτικές κοινωνίες και στις φτωχογειτονιές των μεγαλουπόλεων του νότου σε όλο τον πλανήτη— νομίζω πως το να αποκαλούμε όλα αυτά (που χαρακτηρίζουν τόσο την Νότια Αμερική όσο και την Ασία ή την Αφρική) πραγμάτωση μιας νέας πολιτικής, είναι στην πραγματικότητα πολύ περιφρονητικό ως προς τις πραγματικές προσδοκίες των ανθρώπων εκεί. Θα διατεινόμουν ότι η κατάστασή τους δεν αντανακλά τον κόσμο στον οποίο θα ήθελαν να ζουν. Μάλλον, οι εν λόγω συνθήκες αναπαριστούν τη φρικτή ήττα των κεντρικών πολιτικών προσδοκιών τους. Ακολουθώντας τον Ρίτσαρντ, θα έλεγα επίσης ότι, στο επίπεδο αυτής της συζήτησης, δεν υπάρχει κάποια θεμελιώδης διαφοροποίηση από το ένα μέρος του κόσμου στο άλλο. Ακόμη, αναλύοντας την πολιτική και χειραφετητική δυνατότητα που συγκεντρώνεται στον Πρώτο κόσμο, δεν αγνοούμε τις δυνατότητες στην Λατινική Αμερική ή στην υποσαχάρια Αφρική και την Ασία. Αντιθέτως, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα στο κέντρο που να μην είναι εγγενώς διεθνής, ακριβώς επειδή ζούμε σε ένα είδος ενοποιημένου κόσμου. Και, όπως υπονόησαν αμφότεροι οι Ρίτσαρντ και Κρις, η στροφή της Νέας Αριστεράς στον αποκαλούμενο κόσμο της περιφέρειας προϋπέθεσε την παραγνώριση αυτού του κόσμου ως «μη καπιταλιστικού», ήτοι μη πραγμοποιημένου, έξω από την επικράτηση της εργαλειακής λογικής και της φαιής, διοικούμενης κοινωνίας. Αυτή η προθυμία ρομαντικοποίησης του Τρίτου Κόσμου και των αγώνων του ήταν άλλη μία έκφραση της ηττοπάθειας της Νέας Αριστεράς.

C: Στις αρχικές του παρατηρήσεις ο Σπένσερ αναφέρθηκε στην «δοξολόγηση του συντελεσμένου γεγονότος». Η Αριστερά εξοικειώθηκε με το να αποκαλεί την ήττα νίκη. Πράγματι, αυτή ήταν η πρακτική της για πολύ καιρό. Σήμερα, υπάρχει μια ολόκληρη βιομηχανία αφοσιωμένη σε αυτό. Ολόκληρα τυπογραφεία έχουν αφιερωθεί στην μεταμφίεση της άθλιας πραγματικότητας. Πρέπει, επίσης, να υπογραμμιστεί και κάτι άλλο που ανέφερε ο Ρίτσαρντ. Η ίδια η ιδέα ότι ο αγώνας ακόμη συνεχίζεται συνιστά την εξοικείωση με την ήττα. Οι άνθρωποι θα αγωνίζονται πάντα ενάντια στην καταπίεση, πάντα θα αντιστέκονται, αλλά το πραγματικό ερώτημα αφορά στο κατά πόσο κάνουν κάτι που να έχει την οποιαδήποτε προοπτική μιας ριζικής αλλαγής των συνθηκών. Εφόσον υποτίθεται ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, καταλήγουμε να κοιτάζουμε εκεί όπου οι άνθρωποι αγωνίζονται, εκεί όπου διεκδικούν την αξιοπρέπειά τους παρά τις φρικτές συνθήκες και να λέμε ότι «τούτο είναι πέραν της δεξιάς και της αριστεράς».

Ερ: Θεωρώ ότι η τόσο επιπόλαιη απόρριψη του Μαοϊσμού πραγματικά στέκεται εμπόδιο στην δυνατότητά μας να συνοψίσουμε το πρώτο στάδιο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Υπάρχει σήμερα στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ένας μεγάλος διάλογος που αφορά στη φύση των θεωρητικών καινοτομιών του Μάο, στο τι είναι ο σοσιαλισμός και στις αντιφάσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι οι κινέζοι εντός σοσιαλισμού. Η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση δεν ήταν ένα μεγάλο, δημοκρατικό κίνημα ενάντια στο πρόβλημα της γραφειοκρατίας ή της δικτατορίας του κόμματος. Ασχολήθηκε μάλλον στην πραγματικότητα με τις βαθύτερες υποκείμενες αντιφάσεις του σοσιαλισμού. Σ’ αυτήν οι κινέζοι κομμουνιστές αντιμετώπισαν το γεγονός ότι, ενόσω έβγαιναν από τον καπιταλισμό, δεν είχαν ακόμη φτάσει στον κομμουνισμό σε παγκόσμια κλίμακα και, ως εκ τούτου, η αστική τάξη συνέχιζε να αναπαράγει τον εαυτό της. Υποθέτω, λοιπόν, πως θα ήθελα να μιλήσουμε γι’ αυτό, καθώς όντως οφείλουμε να δούμε επιστημονικά την εμπειρία της Κινεζικής Επανάστασης. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να προχωρήσουμε παρακάτω. Ήταν στην πραγματικότητα βαθειά απελευθερωτική, παρά την ύπαρξη των πολύ πραγματικών, δευτερευόντων μειονεκτημάτων της. Προτείνω, λοιπόν, να συζητήσουμε επ’ αυτού, καθώς πραγματικά θεωρώ ότι υπάρχει ένα κομμάτι του Μαρξισμού που ήδη ασχολήθηκε με αυτό και προχώρησε μπροστά.

R: Υπάρχουν, νομίζω, δύο τρόποι με τους οποίους ο μαοϊσμός αποτελεί πρόβλημα. Ο ένας είναι ο υπαρκτός μαοϊσμός στην Κίνα, και το πρώτο πράγμα που μπορούμε να πούμε επ’ αυτού είναι πως ο μαοϊσμός είναι μια εκδοχή σταλινισμού. Όντως, ο Μάο άσκησε κριτική στην αποσταλινοποίηση της Σοβιετικής Ένωσης. Εν τούτοις, αφήνοντας αυτό κατά μέρος, το πραγματικό πρόβλημα του μαοϊσμού, το οποίο και θέλω να υπερτονίσω, δεν είναι ο υπαρκτός σταλινισμός στην Κίνα, ήτοι το δικτατορικό γραφειοκρατικό καθεστώς, αλλά η επίδραση του μαοϊσμού στην δυτική Αριστερά των δεκαετιών του 1960 και του 1970. Στην πάροδο αυτών των ετών, ο τρόπος λειτουργιάς του συνίστατο στην εύρεση τρόπων αποφυγής της τροτσκιστικής κριτικής στον σταλινισμό. Τώρα, οι ποικίλες τροτσκιστικές ομάδες όλες είχαν τα δικά τους προβλήματά, κάποιες περισσότερο σοβαρά από άλλες. Αλλά αυτό στο οποίο θα ήθελα να δώσω έμφαση σε αυτό το σημείο, είναι ότι απλά δεν υπάρχουν θεωρητικές καινοτομίες του Μάο. Στην πραγματικότητα, ένα μεγάλο κομμάτι του μεταμοντερνισμού έχει τις ρίζες του στον Μαοϊσμό.

Κ: Μπορώ να μιλήσω για την υπόθεση του Πακιστάν κατά το έτος του 1968 και για τον ρόλο που έπαιξε το μαοϊκό καθεστώς στην καταπίεση και την συντριβή της Αριστεράς στο Πακιστάν σε εκείνη τη χρονική συγκυρία, εξοπλίζοντας τον πακιστανικό στρατό προκειμένου να συντρίψει το εργατικό κίνημα.

C: Η Atiya αναφέρεται στην υποστήριξη που έλαβε το κράτος του Πακιστάν από την Κίνα προκειμένου να απομονώσει και στη συνέχεια να αφανίσει την Αριστερά στο Πακιστάν. Τούτο, ήταν με ορισμένους τρόπους μια επανάληψη της ιστορίας του σταλινισμού κατά την δεκαετία του 1930. Ωστόσο, αντί να διαμονοποιούμε τον σταλινισμό ή τον μαοϊσμό, η επισήμανσή μας είναι η παραίνεση να δούμε τι πραγματικά ήταν, να παρατηρήσουμε το πώς εξειδικεύθηκε στην εξοικείωσή του με την ήττα. Με άλλα λόγια, η ήττα της επανάστασης που ξεκίνησε το 1917 οδήγησε απευθείας στην σταλινοποίηση τόσο της Σοβιετικής Ένωσης όσο και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, για να μην αναφέρουμε την ήττα του 1927 στην Κίνα και ούτω καθεξής. Υπάρχει μια ιστορία από ήττες για τις οποίες μπορεί να μιλήσει κανείς και να τις εντοπίσει διαμέσου της ιστορίας των κυρίαρχων μορφών κομμουνισμού σε όλο τον κόσμο. Τώρα, ο τροτσκισμός λειτούργησε ως αντιτιθέμενη φωνή και ανάμνηση του 1917, αλλά σήμερα αυτός ο ίδιος είναι προφανώς ανεπαρκής σε ό,τι αφορά το σχέδιο της προώθησης μίας χειραφετητικής πολιτικής. Έχει προ πολλού πάψει να συνιστά μια πραγματική εναλλακτική. Σε ό,τι αφορά την Πολιτιστική Επανάσταση, οι άνθρωποι πρόβαλλαν σε αυτήν όλων των ειδών τις φαντασιώσεις κατά την δεκαετία του 1960. Αλλά, επί της ουσίας, η «Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση» είναι απλώς μια ονομασία που έδωσε η κινέζικη κομμουνιστική γραφειοκρατία στην διαδικασία της «δικής της» επανάστασης η οποία παρέπαιε. Αποκάλεσε το χάος «επανάσταση». Υπάρχει κοινωνικό χάος και μπορεί να πει κανείς «μα πρόκειται για την Πολιτιστική Επανάσταση» σωστά; Αυτό είναι που συνέβη. Όσο για το ίδιο το χάος, αυτό ήταν βάναυσο. Αν δούμε αυτό που όντως συνέβη, θα διαπιστώναμε ότι ο Μάο στην ουσία εξήλθε του κοινωνικού χάους με τον τρόπο που το επιχείρησε ο Στάλιν και οι μπολσεβίκοι μέσω του πρώτου πενταετούς σχεδίου και της βίαιης κολεκτιβοποίησης της Σοβιετικής Ένωσης.

Κ: Θα μπορούσε, επίσης, να καταδείξει κανείς την μορφή που πήρε ο μαοϊσμός στην Καμπότζη…

Ερ: Ωστόσο αυτή είναι μια επιπόλαιη αναλογία.

C: Δεν νομίζω ότι είναι. Όταν μια κοινωνία καταρρέει και ο λαός οδηγείται στην παράνοια, μπορείς να πεις, αν προτιμάς, ότι πρόκειται για επανάσταση. Η Δεξιά είναι στην ουσία η προσαρμογή στις επικρατούσες συνθήκες. Τούτο είναι που την ορίζει ως πολιτική. Υπό αυτήν την έννοια, οι Κινέζοι σταλινιστές ήταν η Δεξιά.

Ερ: Άρα, λοιπόν, αυτό είναι το πιο αισιόδοξο πάνελ εδώ στο Αριστερό Φόρουμ;

C: Ναι, γιατί είμαστε οι μόνοι που δεν πρόκειται να πούμε ψέματα.

R: Μπορώ να απαντήσω στο ερώτημα λίγο πιο συγκεκριμένα; Προφανώς, υπάρχουν καταστάσεις όπου η Αριστερά ηττήθηκε απλώς λόγω ανωτέρας βίας. Υπάρχουν στρατιωτικές ήττες. Η ορθή θεωρητική κατανόηση δεν μπορεί να διασφαλίσει τη νίκη. Και ασφαλώς, υπάρχουν όψεις της ήττας της Αριστεράς, ειδικότερα στις αρχές του 20ου αιώνα, που εγώ θα τις θεωρούσα τραγικές. Εξ ου, η διάκριση μεταξύ τραγωδίας και φάρσας. Ωστόσο, η εξιστόρηση της δύναμης της Δεξιάς και της ανθεκτικότητας του καπιταλισμού χρησιμοποιείται συνήθως για τους λάθος λόγους. Επί παραδείγματι, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 συχνά θα άκουγε κανείς την ιστορία του πώς η Αριστερά της δεκαετίας του 1960 καταστάλθηκε από την COINTELPRO και ότι αυτός είναι ο λόγος που δεν υπάρχει Αριστερά σήμερα. Η Αριστερά στη Γερμανία δολοφονήθηκε από τον Χίτλερ, αλλά η κατάρρευση της Αριστεράς στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1960 δεν οφειλόταν στην πραγματικότητα στην κρατική καταστολή. Υπήρξε κρατική καταστολή και άνθρωποι δολοφονήθηκαν – δεν αρνούμαι την ύπαρξη της κρατικής καταστολής— αλλά τα κύρια προβλήματα ήταν ιδεολογικά. Αυτό αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι, για παράδειγμα, όταν κατέρρευσε η οικονομία στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η Αριστερά δεν διογκώθηκε καθόλου. Αντίθετα, κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1970 συρρικνώθηκε και συνέχισε να συρρικνώνεται στην δεκαετία του 1980 έως σήμερα, φτάνοντας σε ένα σημείο όπου δεν έχει μείνει τίποτα πια. Έχουν περάσει τέσσερις δεκαετίες αυξανόμενου συντηρητισμού σε αυτή τη χώρα. Τούτο, δεν μπορεί να το εξηγήσει κανείς με μια απλή αναφορά στις δολοπλοκίες της CIA και του FBI. Οφείλεις να πεις, εάν είσαι ειλικρινής, ότι η Αριστερά απέτυχε να δρομολογήσει την υπόθεσή της με τρόπους που να είναι κατανοήσιμοι ή που θα μπορούσαν να έχουν απήχηση. Υπό μία κρίσιμη έννοια, η Αριστερά απέτυχε να κατανοήσει την ιστορική πραγματικότητα.

Στην δεκαετία του 1990, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω πολλούς γνήσιους, παλαιούς αριστερούς, ανθρώπους που υπήρξαν ριζοσπάστες κομμουνιστές –οι περισσότεροι από αυτούς Τροτσκιστές στην πραγματικότητα– κατά την δεκαετία του 1930. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το πόσο πιο φυσιολογικοί ήταν σε σύγκριση με τους ριζοσπάστες της γενιάς μου. Ήταν το είδος ανθρώπου με το οποίο θα μπορούσα να κάνω παρέα. Ήταν άνθρωποι απλοί, που βγάζαν το ψωμί τους όπως καθένας στην εργατική τάξη. Δεν αισθανόσουν ότι ο ριζοσπαστισμός τους ήταν κάποιο είδος υποκουλτούρας. Δεν ήταν μια υποκουλτούρα, ούτε ήταν ένα σύμπτωμα ψυχολογικό. Στις μέρες μας συχνά συναντώ ανθρώπους, καλούς ανθρώπους, αλλά νομίζω ότι είναι ριζοσπάστες επειδή δεν έχουν τι άλλο να κάνουν [Γέλια]. Προσπαθώ απλώς να είμαι ειλικρινής, δεν ισχυρίζομαι ότι αυτή είναι η μοναδική αιτία ριζοσπαστισμού: για την ακρίβεια, ελπίζω αυτό να μην ισχύει και για μένα [Γέλια].

Ερ: Μου φαίνεται πως έχετε έναν πολύ σαφή ορισμό ως προς το τι είναι η ήττα, αλλά ότι θεμελιακά αποφεύγετε να προσδιορίσετε τι θα συνιστούσε νίκη. Θα ισχυριζόμουν ότι αυτό συμβαίνει επειδή αναγνωρίζετε τα προβλήματα ως ιδεολογικά και, ως εκ τούτου, περιορίζεστε στον διαχωρισμό θεωρίας και πράξης, εκτοπίζοντας τα οικονομικά και υλικά προβλήματα. Είναι σαν να θεωρείτε ότι η πολιτική δεν είναι υλικό πρόβλημα, ωσάν ο πόλεμος και οι παρακρατικές επιχειρήσεις και τα λοιπά να μην συμπεριλαμβάνουν υλική.

Το να πει κανείς ότι το προχώρημα πέρα από της δεξιά και την αριστερά είναι ουσιαστικά ισχυρισμός της δεξιάς, είναι στο βαθιά αδαές. Θα μπορούσα να σας παραπέμψω σε ένα βιβλίο με τίτλο Breaking with the Enlightenment όπου ο συγγραφέας Rajani Kanth ισχυρίζεται ότι μεταξύ της Αριστεράς και της δεξιάς υφίσταται μια κοινότητα σε πολλά επίπεδα, ενώ πολλά ριζοσπαστικά κινήματα, όπως αυτό των καλλιεργητών κακάο, εκφράζουν προ-νεωτερικές ιδεολογίες. Η σχέση τους με τη φύση και το οικολογικό τους δεν είναι ούτε «αριστερά» ούτε «πράσινα». Για να αναφέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, το Μπουτάν, που αποτελεί βασίλειο και μοναρχία, έχει ένα εγχειρίδιο που λέγεται «Ακαθάριστη Εθνική Ευτυχία» με το οποίο επιχειρούν να επαναπροσδιορίσουν ριζικά το ποιος πρέπει να είναι ο στόχος ενός κράτους.

L: Το ζήτημα της ιστορίας της Αριστεράς είναι ότι η κατανόηση της ήττας διαυγάζει αυτό που θα σήμαινε η νίκη. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε την ήττα μόνο υπό το φως της δυνατότητας. Δεν πρόκειται για μια ήττα υπό την έννοια της ύπαρξης δεδομένων κριτηρίων γι’ αυτήν. Μάλλον, πρόκειται για ήττα μόνο υπό το φως των παραγόμενων από τον καπιταλισμό δυνατοτήτων. Μία από αυτές τις δυνατότητες είναι η αναίρεση της σπάνης και η ριζική υπέρβαση του «οικονομικού». Αυτό είναι που βρίσκεται στην καρδιά του πολιτικού και διανοητικού προτάγματος του Μαρξ, ότι, δηλαδή, ο καπιταλισμός είναι το κύριο όριο τόσο της παραγωγικότητας όσο και της βιωσιμότητας. Ασφαλώς, ο καπιταλισμός απελευθερώνει την δυνατότητα αναίρεσης της σπάνης αλλά, εν τέλει, περιορίζει την εν λόγω δυνατότητα. Η οργανωμένη από τους εργάτες παραγωγή θα μπορούσε ακριβώς να αποτελεί μια περισσότερο ικανοποιητική και παραγωγική μορφή εργασίας, όπου η ικανότητα για ανθρώπινη γνώση θα τιθασευόταν, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ριζικά ο μόχθος ενόσω θα αυξανόταν η παραγωγικότητα.

C: Θέλω να υπεισέλθω στο ζήτημα του βαθμού που οι προ-νεωτερικές πολιτιστικές μορφές συνεχίζουν να υφίστανται υπό τον καπιταλισμό. Συνεχίζουν να υπάρχουν μόνο με την χειρότερη έννοια. Η αναίρεση του κεφαλαίου θα επέτρεπε το ξεκλείδωμα του παρελθόντος με έναν τρόπο διαφορετικό. Αυτό που απομένει από τις μη καπιταλιστικές, προ-καπιταλιστικές μορφές ζωής (ακόμα και αν αποτελούν μόνο μετα-εικόνες και υπολείμματα), θα αποκτούσε μια εντελώς διαφορετική ποιότητα στο μέλλον. Θα έπαυαν να εμφανίζονται, όπως συμβαίνει τώρα, ως κάποιο είδος εξωτερικού χώρου αντίστασης στον καπιταλισμό. Η αναίρεση του καπιταλισμού θα επέτρεπε στα καλύτερα χαρακτηριστικά των μη καπιταλιστικών κοινωνικών μορφών που επέζησαν μέσα στην ιστορία να βρουν μια νέα περίοπτη θέση, τέτοια που υπολείπεται στις παρούσες συνθήκες. Αυτό δεν πρέπει να παραλειφθεί. |P